μυοτονικός

μυοτονικός
-ή, -ό [μυοτονία]
1. φυσιολ. ο σχετικός με τον μυϊκό τόνο
2. φρ. «μυοτονική αντίδραση»
ιατρ. η παραμονή τής μυϊκής συστολής που προκαλείται από το φαραδικό ρεύμα και μετά τη διακοπή τού ηλεκτρικού ερεθίσματος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”